ἔταν — ἔτᾱν , ἔτης clansmen masc acc sg (epic doric aeolic) ἔτης clansmen masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
'τᾶν — ἀ̱τᾶν , ἄτη bewilderment fem gen pl (doric aeolic) ἐτᾶν , ἔται clansmen masc gen pl (doric aeolic) ἐτᾶν , ἔτης clansmen masc gen pl (doric aeolic) ἐτᾶν , ἐτάζω examine fut part act masc voc sg (doric aeolic) ἐτᾶν , ἐτάζω examine fut part act neut … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βρετάνη — (Bretagne). Διοικητική περιφέρεια (27.209 τ. χλμ., 2.906.197 κάτ. το 1999) της βορειοδυτικής Γαλλίας, που αντιστοιχεί περίπου με την ομώνυμη χερσόνησο και βρέχεται από τα νερά της Μάγχης (κόλπος Σεν Μαλό) στα Β και του Ατλαντικού στα Δ και Ν.… … Dictionary of Greek
Παστέρ, Λουί — (Pasteur, Louis, Ντολ, Ιούρας 1822 – Βιλνέβ, λ’ Ετάν Σεν ε Ουάζ 1895). Γάλλος βιολόγος και χημικός. Γιος μικροβιοτέχνη βυρσοδεψίας, εκδήλωσε από παιδί μεγάλη κλίση στο σχέδιο και στη ζωγραφική, αλλά σε ηλικία 19 ετών αποφάσισε να επιδοθεί… … Dictionary of Greek
'ταν — ἔτᾱν , ἔτης clansmen masc acc sg (epic doric aeolic) ἔταν , ἔτης clansmen masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
'τάν — ἔτᾱν , ἔτης clansmen masc acc sg (epic doric aeolic) ἔταν , ἔτης clansmen masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
.άταν — ἄ̱τᾱν , ἄτη bewilderment fem acc sg (doric aeolic) ἔτᾱν , ἔτης clansmen masc acc sg (epic doric aeolic) ἔταν , ἔτης clansmen masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
οὕταν — ἔτᾱν , ἔτης clansmen masc acc sg (epic doric aeolic) ἔταν , ἔτης clansmen masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)